Η χειρουργική του καρκίνου παχέος εντέρου απαιτεί μεγάλη εμπειρία εκ μέρους του χειρουργού καθώς οι επιπλοκές είναι αρκετές και πολύ σοβαρές. Η πρόληψη των επιπλοκών έχει εξαιρετική σημασία για τον έμπειρο χειρουργό. Η θεραπεία των επιπλοκών χρειάζεται σύνεση χωρίς υπερβολές και καίριες αποφάσεις.

Η θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου και ονομάζεται κολεκτομή. Περιλαμβάνει την αφαίρεση του τμήματος του εντέρου με τον όγκο και στη συνέχεια συρραφή (αναστόμωση), ώστε να επανέλθει η συνέχεια στον γαστρεντερικό σωλήνα.

Το αν θα γίνει λαπαροσκοπικά, ρομποτικά ή ανοιχτά όπως και η διάρκεια του χειρουργείου και της ανάρρωσης είναι κατά περίπτωση και εξαρτάται από αρκετές παραμέτρους. Το ίδιο ισχύει και για τις επιπλοκές της κολεκτομής. Αυτές είναι η αιμορραγία, φλεγμονή, λοίμωξη του τραύματος, ρήξη της αναστόμωσης κ.α.

Πώς γίνεται η κολεκτομή

Κατά την επέμβαση αφαιρείται ο όγκος μαζί με το γειτνιάζων τμήμα παχέος εντέρου και αναστομώνονται (ενώνονται) τα εναπομείναντα υγιή τμήματα του παχέος εντέρου και αποκαθίσταται έτσι η συνέχεια του πεπτικού σωλήνα. Επίσης αφαιρούνται οι πιθανώς διηθημένοι λεμφαδένες ή γειτονικοί διηθημένοι ιστοί και επειδή οι λεμφαδένες ακολουθούν το αντίστοιχο αγγειακό σύστημα, θα πρέπει να περιλαμβάνονται και τα αντίστοιχα  κύρια αγγειακά στελέχη που αρδεύουν την νεοπλασματική περιοχή.

Πρέπει να αποφεύγεται η διασπορά καρκινικών κυττάρων, απομονώνοντας τον όγκο και απολινώνοντας πρώτα την κάτω μεσεντέριο φλέβα. Η αγγειακή απολίνωση της κάτω μεσεντερίου αρτηρίας κοντά στην έκφυσή της από την αορτή είναι πολύ σημαντική καθώς σκοπός της είναι η λεμφαδενική κάθαρση.

Σε όγκους του ορθού με  υψηλή απολίνωση της κάτω μεσεντερίου, στην έκφυσή της από την αορτή μπορεί να γίνει και εκτεταμένη αορτοπυελική λαμφαδενεκτομή, η οποία περιλαμβάνει εκτομή του λεμφαδενικού ιστού πέριξ της αορτής και των λαγόνιων αγγείων και από το δωδεκαδάκτυλο άνωθεν μέχρι τους ανελκτήρες και τους ουρητήρες. Επίσης, περιλαμβάνει εκτομή του πλάγιου πυελικού τοιχώματος και ολική εκτομή του οπισθοορθικού λεμφαγγειακού ιστού.

Η εκτομή του οπισθοορθικού κυτταρολιπώδους ιστού συνέβαλε στη σημαντική μείωση της τοπικής υποτροπής. Η τεχνική περιλαμβάνει κινητοποίηση της σπληνικής καμπής, υψηλή απολίνωση της κάτω μεσεντερίου αρτηρίας, διαχωρισμό στο ανάγγειο πλάνο του οπισθοορθικού διαστήματος, διαίρεση των μέσων αιμορροϊδικών αγγείων κατά την είσοδό τους στο μεσοορθό και τέλος, αφαίρεση όλου του οπισθοορθικού λεμφαγγειακού ιστού, μέχρι το κάτω πέρας των ανελκτήρων.

Με την ολική εκτομή του οπισθοορθικού λεμφαγγειακού ιστού επιτυγχάνεται διακοπή της πλάγιας λεμφικής διασποράς του καρκίνου του ορθού, καθώς μπορεί να περιέχει κατά συνέχεια ιστού νεοπλασματική διήθηση, επιχώρια λεμφογάγγλια και μεταστατικά οζίδια. Έτσι, ελαττώνεται κατά το δυνατό η τοπική υποτροπή του καρκίνου του ορθού.

Διενεργείται συνήθως και προφυλακτική αριστερή ωοθηκεκτομή σε γυναίκες με ορθοκολικό καρκίνο διότι αναφέρεται μετάσταση στις ωοθήκες σε ποσοστό 2 έως 10%.

Η τοπική εκτομή καρκίνου του ορθού γίνεται όταν ο όγκος είναι πολυποειδής και όχι ελκωτικός. Επίσης μπορεί να γίνει με οπίσθια προσπέλαση του μέσου και κάτω ορθού, διασφιγκτηριακά (York Mason) ή διακοκκυγικά (Kraske). Επίσης, με την διαπρωκτική ενδοσκοπική μικροχειρουργική (ΤΕΜ), για έμισχους πολύποδες ή μικρού μεγέθους καρκίνους του μέσου και άνω ορθού.

Όταν ο όγκος προκαλεί αποφρακτικά φαινόμενα ή δεν είναι δυνατή η πραγματοποίηση αναστόμωσης, μπορεί να γίνει μια προσωρινή κολοστομία (παρά φύση έδρα), η οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα (1-2 μήνες περίπου) καταργείται και αποκαθίσταται η συνέχεια του εντέρου.

Σε ασθενείς με καρκίνο ορθού πολύ χαμηλά εγγύς του πρωκτού, πρέπει να αφαιρεθεί και το ορθό εξ ολοκλήρου μαζί με τον πρωκτό. Και να γίνει κοιλιοπεριτοναϊκή εκτομή. Σε οριακές καταστάσεις που μπορεί να διατηρηθούν οι σφιγκτήρες του εντέρου μπορεί να γίνει η λεγόμενη πολύ χαμηλή πρόσθια εκτομή του ορθού.

Πρόγνωση

Η πρόγνωση επιβίωσης μετά από μία κολεκτομή εξαρτάται από το εάν ο καρκίνος την στιγμή της επέμβασης έχει δώσει μεταστάσεις δηλαδή αν έχει επεκταθεί σε άλλα όργανα. Ο κίνδυνος για μετάσταση είναι αναλογικά μεγαλύτερος όσο πιο εκτεταμένα και βαθιά διηθεί ο καρκίνος το τοίχωμα του εντέρου.

Σε μερικούς ασθενείς που την στιγμή του χειρουργείου δεν εμφανίζουν απομακρυσμένες μεταστάσεις, όμως έχουν καρκίνο που διεισδύει βαθιά στο τοίχωμα του εντέρου ή έχει καταλάβει τους γειτονικούς λεμφαδένες, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανιστεί πάλι ο καρκίνος τοπικά ή να κάνει μελλοντικά μεταστάσεις.

Συμπληρωματικές ογκολογικές θεραπείες

Γι’ αυτό στους ασθενείς αυτούς κάνουμε χημειοθεραπεία, η οποία μειώνει τις υποτροπές των καρκίνων και βελτιώνει την επιβίωση των ασθενών. Η θεραπεία που θα χορηγηθεί εξαρτάται από το στάδιο της νόσου.

Η ακτινοθεραπεία στην αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου, έχει θέση μόνο στην περίπτωση του καρκίνου στο ορθό. Έχει βρεθεί ότι η προεγχειρητική ή μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία στο ορθό, μειώνει σημαντικά την πιθανότητα τοπικών υποτροπών της νόσου.

Η πιθανότητα τοπικής υποτροπής στον καρκίνο του ορθού χωρίς ακτινοθεραπεία, φτάνει μέχρι και 30% μετά το χειρουργείο. Με την ακτινοθεραπεία αυτό το ποσοστό μειώνεται στο 7%. Έτσι μόνη ή σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία παίζει σημαντικό ρόλο στην μείωση του ποσοστού τοπικών υποτροπών ή πριν την επέμβαση βοηθά στο να καταστεί ο όγκος εξαιρέσιμος.

Ποια είναι η μετεγχειρητική παρακολούθηση;

Μετά την χειρουργική επέμβαση, ο ασθενής πρέπει να υποβάλλεται σε περιοδικό έλεγχο, πιο εντατικά για τα επόμενα 2 χρόνια, κάνοντας τις ακόλουθες εξετάσεις:

Φυσική εξέταση του ασθενούς από τον ιατρό, μέτρηση των ηπατικών ενζύμων στο αίμα, ακτινογραφία θώρακος, αξονική τομογραφία κοιλίας, κολονοσκόπηση και μέτρηση ορισμένων καρκινικών δεικτών στο αίμα όπως το CEA και το CA19-9.

Να σημειωθεί ότι ο oρθοκολικός καρκίνος δίνει μεταστάσεις στο ήπαρ στο 35% των περιπτώσεων. Το 50% των ασθενών αυτών  έχουν ήδη μετάσταση κατά την ώρα της πρώτης εγχείρησης.