Κήλες
Κήλη ονομάζεται η έξοδος δια μέσου μίας οπής, εσωτερικών οργάνων του κοιλιακού ή του περιτοναϊκού χώρου που απομακρύνονται από τη φυσική τους θέση. Η έξοδος αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προκαλείται διόγκωση του δέρματος στο σημείο και να εντοπίζεται δια της αφής.
Η οπή της κήλης δημιουργείται λόγω χαλάρωσης των ιστών. Εάν βρίσκεται στο κοιλιακό τοίχωµα και τότε ονομάζεται εξωτερική κήλη. Εάν η κήλη δημιουργήθηκε από χαλάρωση των ιστών της περιτοναϊκής κοιλότητας, τότε ονομάζεται εσωτερική κήλη.
Οι κήλες των κοιλιακών τοιχωμάτων δεν πονούν και τα συμπτώματά τους είναι συνήθως ανεκτά (φούσκωμα, δυσκοιλιότητα, δυσουρικά ενοχλήµατα). Μπορεί όμως να έχουν σοβαρές επιπλοκές όπως η περίσφιξη και ο ειλεός και γι΄ αυτό πρέπει να χειρουργούνται.
Εάν οι κήλες παραμεληθούν, υπάρχει ο κίνδυνος να διακοπεί η αιμάτωση των οργάνων που έχουν εξέλθει από την οπή και βρίσκονται μέσα στην κήλη. Η διακοπή της αιμάτωσης προκαλεί νέκρωση και επιμόλυνση. Η φλεγμονή οδηγεί σε διάτρηξη του οργάνου με αποτέλεσμα το επιμολυσμένο υλικό να χυθεί στον κοιλιακό χώρο και να προκαλέσει περιτονίτιδα.
Χειρουργική των κηλών
Η θεραπεία της κήλης είναι συνήθως χειρουργική και μπορεί να γίνει με ανοιχτή ή λαπαροσκοπική τεχνική, αναλόγως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε κήλης αλλά και του ασθενούς.
Η χειρουργική αποκατάσταση περιλαμβάνει την ανάταξη του περιεχομένου της κήλης στη φυσική του θέση και την αποκατάσταση – ενίσχυση των τοιχωμάτων, ώστε να μη ξαναδημιουργηθεί.
Εάν το χάσμα μεταξύ των κοιλιακών τοιχωμάτων που έχουν υποχωρήσει είναι μικρό, τότε συρράπτεται με απορροφήσιμα ράμματα. Εάν το χάσμα είναι μεγαλύτερο των δύο εκατοστών, τοποθετείται ειδικό βιοαπορροφήσιμο πλέγμα για την ενίσχυση των τοιχωμάτων και ακολούθως, το κλείσιμο του χάσματος με ειδικές τεχνικές, αναλόγως του μεγέθους του.
Είδη κηλών: